ερυθρογραμμος

ερυθρογραμμος
    ἐρυθρόγραμμος
    ἐρυθρό-γραμμος
    2
    с красными полосами
    

(σάλπη Arst.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "ερυθρογραμμος" в других словарях:

  • ερυθρόγραμμος — ἐρυθρόγραμμος, ον (Α) αυτός που έχει κόκκινες γραμμές («ἐστι δὲ πολύγραμμος καὶ ἐρυθρόγραμμος», Αριστοτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ερυθρός + γραμμος < γραμμή] …   Dictionary of Greek

  • ἐρυθρόγραμμος — with red lines masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐρυθρόγραμμα — ἐρυθρόγραμμος with red lines neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γραμμή — η (AM γραμμή) Ι. συνεχής σειρά σημείων που χαράσσεται με αιχμηρό όργανο σε σκληρή επιφάνεια ή σύρεται με μολύβι νεοελλ. 1. συνεχής παράταξη ομοίων πραγμάτων, σειρά 2. κατεύθυνση, πορεία («γραμμή τής κυβερνήσεως») 3. έσχατο όριο (πραγματικό ή… …   Dictionary of Greek

  • ερυθρός — ά και ή, ό (AM ἐρυθρός, ά, όν Α και ἐρυθρός, ή, όν) 1. αυτός που έχει το χρώμα τού αίματος ή τού άνθους τής παπαρούνας, ο κόκκινος 2. φρ. «Ερυθρά θάλασσα» η θάλασσα μεταξύ τής Αραβίας και τού βόρειου τμήματος τής ανατολικής ακτής τής Αφρικής μσν …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»